3,274,919
edits
(6_11) |
(36) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥοπτός''': -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ῥοφῶ, = [[ῥοφητός]], «ῥοπτῶν, ῥοφημάτων, ἢ πάντων τῶν ὁπωσοῦν ῥοφουμένων» Γαλην. Λεξ. Ἱππ. 554. | |lstext='''ῥοπτός''': -ή, -όν, ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ῥοφῶ, = [[ῥοφητός]], «ῥοπτῶν, ῥοφημάτων, ἢ πάντων τῶν ὁπωσοῦν ῥοφουμένων» Γαλην. Λεξ. Ἱππ. 554. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />αυτός που χρησιμοποιείται ως [[ρόφημα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για συνεπτυγμένο τ. του [[ῥοφητός]] (> <i>ῥοφτός</i> > [[ῥοπτός]]), <b>βλ.</b> και λ. [[ῥόμμα]]. | |||
}} | }} |