Anonymous

σημερινός: Difference between revisions

From LSJ
37
(6_11)
(37)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σημερῐνός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν [[σήμερον]], ὡς καὶ νῦν, Γλωσσ. - [[Κατὰ]] Κόντον (Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 333) ἀδόκιμον.
|lstext='''σημερῐνός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν [[σήμερον]], ὡς καὶ νῦν, Γλωσσ. - [[Κατὰ]] Κόντον (Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 333) ἀδόκιμον.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[σημερινός]], -ή, -όν, ΝΜΑ, και σημερνός, -ή, -ό, Ν<br />αυτός που υπάρχει ή γίνεται [[σήμερα]] (α. «η σημερινή [[βροχή]]» β. «η σημερινή [[απόφαση]]» γ. «οι σημερινές εφημερίδες»)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[τωρινός]], [[σύγχρονος]] (α. «τα σημερινά προβλήματα<br />β. «τα σημερινά σχολεία»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σήμερ</i>-<i>ον</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>παντοτ</i>-<i>ινός</i>)].
}}
}}