3,274,917
edits
(Bailly1_4) |
(37) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br />= [[οἰκονόμος]], [[ταμίας]], nom d’un fonctionnaire macédonien. Ἡ [[λέξις]] κεῖται [[ἐν]] ταῖς ἐπιστολαῖς Ἀλεξάνδρου.<br />'''Étymologie:''' DELG [[σχίζω]]. | |btext=ου (ὁ) :<br />= [[οἰκονόμος]], [[ταμίας]], nom d’un fonctionnaire macédonien. Ἡ [[λέξις]] κεῖται [[ἐν]] ταῖς ἐπιστολαῖς Ἀλεξάνδρου.<br />'''Étymologie:''' DELG [[σχίζω]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α<br />(μακεδονική λ.)<br /><b>1.</b> [[διοικητής]] ή [[διαχειριστής]] ή [[ταμίας]]<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] του Διονύσου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η [[σύνδεση]] του τ. με το αρχ. ινδ. <i>cheda</i> «[[χωρισμός]]» και την [[οικογένεια]] του [[σχίζω]] παραμένει αμφίβολη. Κατ' άλλους, η λ. συνδέεται με το ρ. <i>κοῶ</i> «[[ακούω]]»]. | |||
}} | }} |