3,274,921
edits
(6_17) |
(38) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στᾰσιοποιός''': -όν, ὁ διενεργῶν στάσιν, [[στασιαστικός]], ἀνταρτικός, Ἰωσήπ. Βίος 27· -στασιοποιέω, ὁ αὐτ. ἐν Ἰουδ. Πολ. 17. 5, 5 καὶ στασιοποιία, ἡ, Ὀλυμπιόδ. ἐν τοῖς Α. Β. 1419. | |lstext='''στᾰσιοποιός''': -όν, ὁ διενεργῶν στάσιν, [[στασιαστικός]], ἀνταρτικός, Ἰωσήπ. Βίος 27· -στασιοποιέω, ὁ αὐτ. ἐν Ἰουδ. Πολ. 17. 5, 5 καὶ στασιοποιία, ἡ, Ὀλυμπιόδ. ἐν τοῖς Α. Β. 1419. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-όν, ΜΑ<br />αυτός που προκαλεί [[στάση]], [[αναταραχή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάσις]] <span style="color: red;">+</span> -[[ποιός]]]. | |||
}} | }} |