3,276,932
edits
(Bailly1_4) |
(38) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου;<br /><i>adj. m.</i><br /><b>1</b> en forme de colonne, de stèle;<br /><b>2</b> inscrit sur une colonne, une stèle en signe d’infamie, déshonoré.<br />'''Étymologie:''' [[στήλη]]. | |btext=ου;<br /><i>adj. m.</i><br /><b>1</b> en forme de colonne, de stèle;<br /><b>2</b> inscrit sur une colonne, une stèle en signe d’infamie, déshonoré.<br />'''Étymologie:''' [[στήλη]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΑ, θηλ. στηλίτις και στηλῑτις και σταλῑτις, -ίτιδος Α<br />([[κατά]] την [[αρχαιότητα]]) [[άτομο]] του οποίου το όνομα ήταν γραμμένο [[πάνω]] σε [[στήλη]] για διασυρμό και στιγματισμό τών πράξεών του<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μοναχός]] που ασκητεύει [[πάνω]] σε [[στήλη]], αλλ. [[στυλίτης]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι στηλίτες</i><br />δυσφημιστικός [[χαρακτηρισμός]] τών βουλευτών του [[κόμματος]] του Δημ. Βούλγαρη [[επειδή]] ψήφιζαν νομοσχέδια [[χωρίς]] το [[σώμα]] να έχει [[απαρτία]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[στήλη]] ή αυτός που [[είναι]] όμοιος με [[στήλη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στήλη]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ίτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>οπλ</i>-[[ίτης]], <i>πολ</i>-[[ίτης]])]. | |||
}} | }} |