Anonymous

στίξ: Difference between revisions

From LSJ
1,009 bytes added ,  29 September 2017
38
(Autenrieth)
(38)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=(Att. [[στίχος]]), [[assumed]] nom., gen. [[στιχός]]: [[row]], [[rank]], or [[file]], of warriors, dancers, Il. 18.602 ; ἐπὶ στίχας, ‘in ranks’; κατὰ στίχας, ‘by ranks,’ Il. 2.687, Il. 3.113, 326.
|auten=(Att. [[στίχος]]), [[assumed]] nom., gen. [[στιχός]]: [[row]], [[rank]], or [[file]], of warriors, dancers, Il. 18.602 ; ἐπὶ στίχας, ‘in ranks’; κατὰ στίχας, ‘by ranks,’ Il. 2.687, Il. 3.113, 326.
}}
{{grml
|mltxt=-ιχός, ἡ, Α<br />(μόνον στη γεν. εν., αιτ. εν. στίχα και ον. και αιτ. πληθ. [[στίχες]], στίχας)<br /><b>1.</b> [[γραμμή]], [[τάξη]] [[ιδίως]] στρατιωτών («[[στίχες]] Τρώων», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἀνέμων [[στίχες]]»<br /><b>μτφ.</b> ριπές ανέμων(<b>Πίνδ.</b>)<br />β) «ἐπέων [[στίχες]]» — οι στίχοι ή οι στροφές<br />γ) «κατὰ στίχας» — [[κατά]] σειρές ή γραμμές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. μαρτυρείται μόνο στην γεν. εν. [[στιχός]] και στην ονομ. και αιτ. πληθ. [[στίχες]], <i>στίχας</i> και έχει σχηματιστεί από τη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] <i>στιχ</i>- του [[στείχω]] (<b>πρβλ.</b> [[στίχος]])].
}}
}}