3,274,921
edits
(6_9) |
(39) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σύγκαυσις''': ἡ, ([[συγκαίω]]) τὸ συγκαίειν, κατακαίειν, Πλάτ. Τίμ. 83A· τὸ καίειν, ὀπτᾶν, [[μάλιστα]] πλίνθους, Ἀριστ. περὶ Ἀκουστ. 37. | |lstext='''σύγκαυσις''': ἡ, ([[συγκαίω]]) τὸ συγκαίειν, κατακαίειν, Πλάτ. Τίμ. 83A· τὸ καίειν, ὀπτᾶν, [[μάλιστα]] πλίνθους, Ἀριστ. περὶ Ἀκουστ. 37. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-αύσεως, ἡ, Α [[συγκαίω]]<br /><b>1.</b> το να καίγεται [[κάποιος]] ή [[κάτι]] [[μαζί]] με άλλους ή άλλα<br /><b>2.</b> [[ψήσιμο]], [[ιδίως]] πλίνθων και πήλινων αγγείων<br /><b>3.</b> [[κατάσταση]] του σώματος που προέρχεται από [[καύση]]. | |||
}} | }} |