Anonymous

συγκατηρεφής: Difference between revisions

From LSJ
39
(6_7)
(39)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκατηρεφής''': -ές, [[πανταχόθεν]] [[κατηρεφής]], κεκαλυμμένος, Λυκόφρ. 1280
|lstext='''συγκατηρεφής''': -ές, [[πανταχόθεν]] [[κατηρεφής]], κεκαλυμμένος, Λυκόφρ. 1280
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />ο από [[παντού]] καλυμμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κατηρεφής]] «σκεπασμένος, καλυμμένος»].
}}
}}