3,277,190
edits
(SL_2) |
(39) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=<b>συμμᾰχία</b> = σύμμαχοι, <br /> <b>1</b> allies καὶ [[συμμαχία]] θόρυβον παραίθυξε μέγαν (O. 10.72) Σθενέλοιό μιν υἱὸς κέλευσεν μόνον [[ἄνευ]] συ[μμ]αχίας [[ἴμεν]] (supp. Lobel) fr. 169. 46. | |sltr=<b>συμμᾰχία</b> = σύμμαχοι, <br /> <b>1</b> allies καὶ [[συμμαχία]] θόρυβον παραίθυξε μέγαν (O. 10.72) Σθενέλοιό μιν υἱὸς κέλευσεν μόνον [[ἄνευ]] συ[μμ]αχίας [[ἴμεν]] (supp. Lobel) fr. 169. 46. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ, και αττ. τ. ξυμμαχία και ιων. τ. συμμαχίη Α [[σύμμαχος]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συμμαχώ]], η [[διεξαγωγή]] κοινού αγώνα<br /><b>2.</b> [[συνασπισμός]] δύο ή περισσότερων κρατών για συγκεκριμένο πολεμικό σκοπό, επιθετικό ή αμυντικό (α. «αμυντική [[συμμαχία]]» β. «ἐποιήσαντο συμμαχίαν πρὸς Ἀθηναίους καὶ Ἀργείους», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>3.</b> η [[ομάδα]] τών κρατών που συνδέονται με συμμαχικούς δεσμούς, το [[σύνολο]] τών συμμάχων (α. «ευρωπαϊκή [[συμμαχία]]» β. «συμμαχίας συνελθούσης», Αισχίν.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[συνασπισμός]] κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για την από κοινού [[διεξαγωγή]] αγώνα και για την [[επίτευξη]] [[κοινών]] στόχων («προεκλογική [[συμμαχία]] του Κέντρου και της Αριστεράς»)<br /><b>2.</b> [[συνεννόηση]], [[συνεργασία]] δύο ή περισσότερων ατόμων [[εναντίον]] τρίτου ή τρίτων<br /><b>μσν.</b><br />[[βοήθεια]], [[συνδρομή]] που παρέχεται σε κάποιον<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[καθήκον]] του συμμάχου<br /><b>2.</b> η συμμαχική [[χώρα]]<br /><b>3.</b> συμμαχική ή επικουρική [[δύναμη]]<br /><b>4.</b> το [[σύνολο]] τών [[φίλων]] ή τών συμμάχων, πολλοί φίλοι [[μαζί]] («[[συμμαχία]] θόρυβον παραίθυξε μέγαν», <b>Πίνδ.</b>). | |||
}} | }} |