Anonymous

συνελευστικός: Difference between revisions

From LSJ
39
(39)
(39)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui aime le monde, sociable.<br />'''Étymologie:''' [[συνέλευσις]].
|btext=ή, όν :<br />qui aime le monde, sociable.<br />'''Étymologie:''' [[συνέλευσις]].
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συνέλευσις]]<br />ο διατεθειμένος για [[συναναστροφή]], [[κοινωνικός]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συνέλευσις]]<br />ο διατεθειμένος για [[συναναστροφή]], [[κοινωνικός]].
|mltxt=-ή, -όν, Α [[συνέλευσις]]<br />ο διατεθειμένος για [[συναναστροφή]], [[κοινωνικός]].
}}
}}