3,277,301
edits
(6_16) |
(42) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τρίστῐχος''': -ον, = [[τρίστοιχος]], κριθαὶ τρ., ἐκ τριῶν σειρῶν, Πλούτ. 2. 906Β. | |lstext='''τρίστῐχος''': -ον, = [[τρίστοιχος]], κριθαὶ τρ., ἐκ τριῶν σειρῶν, Πλούτ. 2. 906Β. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο / [[τρίστιχος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για [[ποίημα]] ή [[στροφή]] ποιήματος) αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] στίχους<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τρίστιχο</i>- [[ποίημα]] ή [[στροφή]] ποιήματος από [[τρεις]] στίχους<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που απαρτίζεται από [[τρεις]] σειρές (α. «τρίστιχοι κριθαί», <b>Πλούτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[στίχος]] (<b>πρβλ.</b> <i>πεντά</i>-<i>στιχος</i>)]. | |||
}} | }} |