Anonymous

ὑράξ: Difference between revisions

From LSJ
624 bytes added ,  29 September 2017
44
(6_6)
(44)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑράξ''': ἐπίρρ., «[[μίγδην]], ἀναμὶξ» Ἡσύχ.: Αἰολ. ὕρραξ Θεογνώστου Κανόνες σ. 23, Σουΐδ.· ἴδε Λοβεκ. Παραλ. 77. (Πρβλ. [[σύρω]], [[φύρω]]).
|lstext='''ὑράξ''': ἐπίρρ., «[[μίγδην]], ἀναμὶξ» Ἡσύχ.: Αἰολ. ὕρραξ Θεογνώστου Κανόνες σ. 23, Σουΐδ.· ἴδε Λοβεκ. Παραλ. 77. (Πρβλ. [[σύρω]], [[φύρω]]).
}}
{{grml
|mltxt=και αιολ. τ. ὔρραξ Α<br /><b>επίρρ.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[μίγδην]], ἀναμείξ».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. επίρρ. με κατάλ. -<i>άξ</i> (<b>πρβλ.</b> <i>εὐρ</i>-<i>άξ</i>, <i>πατ</i>-<i>άξ</i>). Η λ. θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί [[άλλος]] τ. του [[εὐράξ]], ενώ η [[σύνδεση]] με τον τ. [[ὕραξ]] «τρωκτικόμορφο θηλαστικό» δεν θεωρείται πιθανή].
}}
}}