Anonymous

τόλμιλλος: Difference between revisions

From LSJ
41
(6_15)
(41)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τόλμιλλος''': ὁ, καὶ αὐθαδίας ἐγώ, ὁ [[τολμητίας]] καὶ [[αὐθάδης]], Θεογνώστ. Καν. ἐν παροιμ. παρὰ τῷ Cram. An. gr. Ox. II, σ. 1.
|lstext='''τόλμιλλος''': ὁ, καὶ αὐθαδίας ἐγώ, ὁ [[τολμητίας]] καὶ [[αὐθάδης]], Θεογνώστ. Καν. ἐν παροιμ. παρὰ τῷ Cram. An. gr. Ox. II, σ. 1.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Μ<br />[[τολμηρός]], [[τολμητίας]] («ὁ τολμίλλος καὶ αὐθάδιας ἐγώ», Θεόγνωστ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τόλμη]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ιλος</i>, με εκφραστ. διπλασιασμό του -<i>λ</i>- (<b>πρβλ.</b> <i>ῥόβ</i>-<i>ιλλος</i>)].
}}
}}