Anonymous

ὑδροφύλαξ: Difference between revisions

From LSJ
42
(6_3)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑδροφύλαξ''': [ῠ], -ακος, ὁ, [[φύλαξ]] ἢ ἐπιθεωρητὴς τῶν ὑδάτων, Πανδέκτ.
|lstext='''ὑδροφύλαξ''': [ῠ], -ακος, ὁ, [[φύλαξ]] ἢ ἐπιθεωρητὴς τῶν ὑδάτων, Πανδέκτ.
}}
{{grml
|mltxt=-ακος, ὁ, ΜΑ<br />[[φύλακας]] ή [[επόπτης]] τών [[κοινών]] υδρευτικών ή αρδευτικών νερών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[φύλαξ]] (<b>πρβλ.</b> <i>λιμενο</i>-[[φύλαξ]])].
}}
}}