Anonymous

συντετμημένως: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_7)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συντετμημένως''': Ἐπίρρ., ἐν συντομίᾳ, συντόμως, Σχόλ. εἰς Θουκ. 8. 52, Ττέτζ.
|lstext='''συντετμημένως''': Ἐπίρρ., ἐν συντομίᾳ, συντόμως, Σχόλ. εἰς Θουκ. 8. 52, Ττέτζ.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>επίρρ.</b> εν [[συντομία]], [[συντόμως]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> μτχ. παθ. παρακμ. <i>συντετμημένος</i> του [[συντέμνω]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>ως</i>].
}}
}}