Anonymous

φιλοδοξία: Difference between revisions

From LSJ
45
(Bailly1_5)
(45)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />amour de la gloire, recherche de la renommée.<br />'''Étymologie:''' [[φιλόδοξος]].
|btext=ας (ἡ) :<br />amour de la gloire, recherche de la renommée.<br />'''Étymologie:''' [[φιλόδοξος]].
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[φιλόδοξος]]<br />η [[ιδιότητα]] του φιλόδοξου, ζωηρή [[επιθυμία]] για [[ανάδειξη]] και [[επικράτηση]], για [[πρόσκτηση]] δόξας<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ευγενική [[επιθυμία]] για την [[επιτέλεση]] ενός έργου, για την [[πραγμάτωση]] ενός υψηλού στόχου («έχει την [[φιλοδοξία]] να διαδώσει τα οικολογικά μηνύματα στην [[πατρίδα]] του»)<br /><b>2.</b> (με αρνητική σημ.) [[μεγαλομανία]].
}}
}}