Anonymous

χολίκιον: Difference between revisions

From LSJ
46
(6_22)
(46)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χολίκιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[χόλιξ]], Θεοφρ. Χαρακτ. Ο, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 52.
|lstext='''χολίκιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[χόλιξ]], Θεοφρ. Χαρακτ. Ο, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 52.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[χόλιξ]], -<i>ικος</i>]<br />υποκορ. του [[χόλιξ]].
}}
}}