Anonymous

σχετέος: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_4)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σχετέος''': -α, -ον, ὃν πρέπει νὰ σταματήσῃ τις, σχετέα δρῶ, δηλ. φέρομαι ἀπρεπῶς, Ἱππ. 648. 25· ὁ Schneid. εὐλόγως προτείνει σχέτλια.
|lstext='''σχετέος''': -α, -ον, ὃν πρέπει νὰ σταματήσῃ τις, σχετέα δρῶ, δηλ. φέρομαι ἀπρεπῶς, Ἱππ. 648. 25· ὁ Schneid. εὐλόγως προτείνει σχέτλια.
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός ο [[οποίος]] [[πρέπει]] να αναχαιτιστεί, να συγκρατηθεί<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[απρεπής]] («σχετέα δρᾱν», Ιπποκρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>σχε</i>- της μηδενισμένης βαθμίδας του ρ. <i>ἔχω</i> (<b>βλ. λ.</b> [[σχέση]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[τέος]] τών ρηματ. επιθ. (<b>πρβλ.</b> <i>απορριπτ</i>-<i>έος</i>). Το ρηματ. επίθ. έχει διατηρήσει την αρχική σημ. της ρίζας του <i>έχω</i> <i>segh</i>- «[[κρατώ]] [[στερεά]], [[νικώ]]»].
}}
}}