Anonymous

φορμοφόρος: Difference between revisions

From LSJ
45
(6_14)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φορμοφόρος''': ὁ, [[ἀχθοφόρος]], Διογ. Λ. 9. 53, Ἀθήν. 354C· οἱ φορμοφόροι, [[ὄνομα]] κωμῳδίας τοῦ Ἑρμίππου.
|lstext='''φορμοφόρος''': ὁ, [[ἀχθοφόρος]], Διογ. Λ. 9. 53, Ἀθήν. 354C· οἱ φορμοφόροι, [[ὄνομα]] κωμῳδίας τοῦ Ἑρμίππου.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που μεταφέρει φορμούς, πλεκτά σκεύη ή δεμάτια ξύλων<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Φορμοφόροι</i><br />[[τίτλος]] κωμωδίας του Ερμίππου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φορμός]] «πλεκτό [[σκεύος]], [[καλάθι]]» <span style="color: red;">+</span> -[[φόρος]]].
}}
}}