Anonymous

φυτεία: Difference between revisions

From LSJ
1,386 bytes added ,  29 September 2017
45
(T22)
(45)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=φυτείας, ἡ ([[φυτεύω]], [[which]] [[see]]);<br /><b class="num">1.</b> a planting ([[Xenophon]], Theophrastus, [[Plutarch]], Aelian, others).<br /><b class="num">2.</b> [[thing]] planted, a [[plant]] (equivalent to [[φύτευμα]]): Athen. 5, p. 207d.; Boeckh, Corpus inscriptions No. 4521vol. iii., p. 240).
|txtha=φυτείας, ἡ ([[φυτεύω]], [[which]] [[see]]);<br /><b class="num">1.</b> a planting ([[Xenophon]], Theophrastus, [[Plutarch]], Aelian, others).<br /><b class="num">2.</b> [[thing]] planted, a [[plant]] (equivalent to [[φύτευμα]]): Athen. 5, p. 207d.; Boeckh, Corpus inscriptions No. 4521vol. iii., p. 240).
}}
{{grml
|mltxt=η, Ν<br /><b>1.</b> (<b>με περιλπτ. σημ.</b>) νεαρά μεταφυτευμένα φυτά<br /><b>2.</b> [[αμπέλι]] που δεν έχει [[ακόμη]] καρποφορήσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φυτεία]], με [[συνίζηση]] (<b>πρβλ.</b> [[δουλεία]]: <i>δουλειά</i>)].———————— η, ΝΜΑ [[φυτεύω]]<br />[[τόπος]] φυτεμένος<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> μεγάλο [[συνήθως]] [[αγρόκτημα]] στις τροπικές ή υποτροπικές περιοχές, εξειδικευμένο σε ορισμένη [[καλλιέργεια]]<br /><b>2.</b> [[τεχνική]] [[δάσωση]] ή [[αναδάσωση]] γυμνών εκτάσεων<br /><b>3.</b> το [[σύνολο]] τών [[φυτών]] που φύονται ή καλλιεργούνται σε έναν [[τόπο]], [[χλωρίδα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[φυτεύω]], [[φύτευμα]]<br /><b>2.</b> [[γέννηση]], [[παραγωγή]] («[[εἴτε]] φυτείαν [[εἴτε]] παιδοποιΐαν δεῑ αὐτὴν ὀνομάζειν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[αύξηση]] φυτού<br /><b>4.</b> [[φυτό]].
}}
}}