Anonymous

φωνάριον: Difference between revisions

From LSJ
45
(6_22)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φωνάριον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[φωνή]], «γόγγρων τε λευκῶν πᾶσι τοῖς κολλώδεσι βόχθιζε· τούτοις γὰρ τρέφεται τὸ [[πνεῦμα]] καὶ τὸ [[φωνάριον]] ἡμῶν περίσαρκον γίνεται» Κλέαρχος ἐν «Κιθαρῳδῷ» 2, Ἀνθ. Παλατ. 5. 132.
|lstext='''φωνάριον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[φωνή]], «γόγγρων τε λευκῶν πᾶσι τοῖς κολλώδεσι βόχθιζε· τούτοις γὰρ τρέφεται τὸ [[πνεῦμα]] καὶ τὸ [[φωνάριον]] ἡμῶν περίσαρκον γίνεται» Κλέαρχος ἐν «Κιθαρῳδῷ» 2, Ἀνθ. Παλατ. 5. 132.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>υποκορ.</b> σιγανή [[φωνή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φωνή]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. –άριον (<b>πρβλ.</b> <i>παιδ</i>-<i>άριον</i>)].
}}
}}