Anonymous

χάλκινος: Difference between revisions

From LSJ
46
(6_10)
(46)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''χάλκινος''': -η, -ον, [[χαλκοῦς]], Σχόλ. εἰς Σοφ. Ἠλ. 757.
|lstext='''χάλκινος''': -η, -ον, [[χαλκοῦς]], Σχόλ. εἰς Σοφ. Ἠλ. 757.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[χάλκινος]], -ίνη, -ον, ΝΜΑ<br />κατασκευασμένος από χαλκό (α. «χάλκινα σκεύη» β. «νομίσματι χαλκίνωι», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «χάλκινα όργανα» ή, [[απλώς]], «τα χάλκινα»<br /><b>μουσ.</b> [[είδος]] αερόφωνων πνευστών, ορειχάλκινων [[κυρίως]], οργάνων, τών οποίων ο [[ήχος]] παράγεται με τη [[δόνηση]] τών χειλιών και τα οποία διακρίνονται σε σάλπιγγες και κέρατα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χαλκός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>λίθ</i>-<i>ινος</i>)].
}}
}}