Anonymous

σχοινιοστρόφος: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_15)
(40)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σχοινιοστρόφος''': ὁ, ὁ στρέφων, κατασκευάζων σχοινία, [[Πολυδ]]. Z΄, 160. 2) ὁ ἀντλῶν [[ὕδωρ]], Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 1297. ΙΙ. σχοινιόστροφον, τό, [[φυτόν]] τι, Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ.) 4. 46.
|lstext='''σχοινιοστρόφος''': ὁ, ὁ στρέφων, κατασκευάζων σχοινία, [[Πολυδ]]. Z΄, 160. 2) ὁ ἀντλῶν [[ὕδωρ]], Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 1297. ΙΙ. σχοινιόστροφον, τό, [[φυτόν]] τι, Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ.) 4. 46.
}}
{{grml
|mltxt=και [[σχοινοστρόφος]], ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που συστρέφει [[σχοινιά]], ο [[σχοινοπλόκος]]<br /><b>2.</b> αυτός που περιστρέφει [[σχοινί]] για την [[άντληση]] νερού<br /><b>3.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) αυτός που αντλεί [[νερό]]<br /><b>4.</b> το [[φυτό]] [[κάναβη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχοινίον]] / [[σχοῖνος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στροφος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στρέφω]])].
}}
}}