3,253,652
edits
(6_7) |
(46) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χᾰμαιρῐφής''': -ές, ([[ῥίπτω]]) ὁ ἐρριμμένος κατὰ γῆς, ἐγκαταλελειμμένος, Εὐστ. 1279. 45, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ε. 542, Ἐτυμ. Μέγ. 781, 36 κτλ. 2) τεταπεινωμένος, κατὰ γῆς ἐρριμμένος. Ἐκκλ. ΙΙ φοῖνιξ χ., ὁ χαμηλὸς φοῖνιξ, Θεοφρ περὶ Φυτ Ἱστ. 2. 6. 11 (εἰ μὴ [[ἀναγνωστέον]] χαμαιρεπῆ; ὡς παρὰ Πλινίῳ 13. 9). | |lstext='''χᾰμαιρῐφής''': -ές, ([[ῥίπτω]]) ὁ ἐρριμμένος κατὰ γῆς, ἐγκαταλελειμμένος, Εὐστ. 1279. 45, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ε. 542, Ἐτυμ. Μέγ. 781, 36 κτλ. 2) τεταπεινωμένος, κατὰ γῆς ἐρριμμένος. Ἐκκλ. ΙΙ φοῖνιξ χ., ὁ χαμηλὸς φοῖνιξ, Θεοφρ περὶ Φυτ Ἱστ. 2. 6. 11 (εἰ μὴ [[ἀναγνωστέον]] χαμαιρεπῆ; ὡς παρὰ Πλινίῳ 13. 9). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές, ΝΜΑ, και [[χαμαιρριφής]] Ν<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[χαμαιριφής]]<br />το [[φυτό]] [[χαμαίρωψ]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> εγκαταλελειμμένος στη γη («χαμαιριφῶν παιδίων», Μέγα Ετυμολογικόν)<br /><b>2.</b> <b>εκκλ.</b> ταπεινωμένος<br /><b>3.</b> (<b>για πρόσ.</b>) περιφρονημένος<br /><b>αρχ.</b><br />[[χαμηλός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαμ</i>(<i>αι</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ριφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ῥίπτω]], <b>πρβλ.</b> <i>ῥιφ</i>-<i>ή</i>, παθ. αόρ. <i>ἐ</i>-<i>ρρίφ</i>-<i>θην</i>), <b>πρβλ.</b> <i>ἀμφι</i>-<i>ριφής</i>, <i>πετρο</i>-<i>ρριφής</i>]. | |||
}} | }} |