Anonymous

φιλόθρηνος: Difference between revisions

From LSJ
45
(6_17)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φῐλόθρηνος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τοὺς θρήνους, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 202, Νόνν. Διονυσ. 9. 294· ― φιλοθρηνὴς παρὰ Μόσχ. 4. 66· [[εἶναι]] πιθανῶς ἡμαρτημένον. ΙΙ. Παθ., ὁ [[συχνάκις]] θρηνούμενος, [[τύμβος]] Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 11. 44.
|lstext='''φῐλόθρηνος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τοὺς θρήνους, [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 202, Νόνν. Διονυσ. 9. 294· ― φιλοθρηνὴς παρὰ Μόσχ. 4. 66· [[εἶναι]] πιθανῶς ἡμαρτημένον. ΙΙ. Παθ., ὁ [[συχνάκις]] θρηνούμενος, [[τύμβος]] Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 11. 44.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που του αρέσουν οι θρήνοι, αυτός που θρηνεί [[συχνά]], κλαψιάρης<br /><b>2.</b> (<b>με παθ. σημ.</b>) αυτός που τον θρηνούν [[συχνά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[θρῆνος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἀξιό</i>-<i>θρηνος</i>)].
}}
}}