Anonymous

φόλλις: Difference between revisions

From LSJ
45
(6_8)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φόλλις''': -εως, ὁ, τὸ Λατ. follis, [[φῦσα]], [[φυσητήριον]], «μουχάνι», Ἀνθ. Π. 9. 528. ΙΙ. μικρόν τι [[νόμισμα]], = [[ὀβολός]], Εὐστ. 136. 13, Σουΐδ., ἀλλὰ καὶ ποσόν τι χρημάτων ἀδήλου ἀξίας. Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 10. 6, 1 ἴδε Heinich. ἐν τόπῳ, Ἐπιφάν. ΙΙΙ, 292.
|lstext='''φόλλις''': -εως, ὁ, τὸ Λατ. follis, [[φῦσα]], [[φυσητήριον]], «μουχάνι», Ἀνθ. Π. 9. 528. ΙΙ. μικρόν τι [[νόμισμα]], = [[ὀβολός]], Εὐστ. 136. 13, Σουΐδ., ἀλλὰ καὶ ποσόν τι χρημάτων ἀδήλου ἀξίας. Εὐσ. Ἐκκλ. Ἱστ. 10. 6, 1 ἴδε Heinich. ἐν τόπῳ, Ἐπιφάν. ΙΙΙ, 292.
}}
{{grml
|mltxt=-εως, ὁ, ΜΑ, και φόλις, ὁ, και [[φόλλη]], ἡ, Μ, και [[φόλης]] και [[φόλλος]] Α<br /><b>(βυζ.)</b> επαργυρωμένο χάλκινο [[νόμισμα]] που καθιερώθηκε στις αρχές του 4ου αιώνα και ήταν ισοδύναμο με το 1/24 του μιλιαρισίου<br /><b>μσν.</b><br />απροσδιόριστο χρηματικό [[ποσό]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[φυσερό]]<br /><b>2.</b> [[φόρος]] ιδιοκτησίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>follis</i> «[[φυσερό]], [[είδος]] μικρού νομίσματος»].
}}
}}