Anonymous

φεγγώδης: Difference between revisions

From LSJ
44
(6_7)
(44)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''φεγγώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[λαμπρός]], λάμπων, φέγγων, ἀκτινοβόλος, [[φεγγώδης]] [[Ἰησοῦς]], καὶ τὸ [[πνεῦμα]] τὸ ἅγιον Γρηγ. Ναζ. τ. 1, σ. 720Α.
|lstext='''φεγγώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[λαμπρός]], λάμπων, φέγγων, ἀκτινοβόλος, [[φεγγώδης]] [[Ἰησοῦς]], καὶ τὸ [[πνεῦμα]] τὸ ἅγιον Γρηγ. Ναζ. τ. 1, σ. 720Α.
}}
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[φέγγος]]<br />αυτός που φέγγει, που λάμπει.
}}
}}