Anonymous

τρισμός: Difference between revisions

From LSJ
42
(Bailly1_5)
(42)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />petit bruit aigu.<br />'''Étymologie:''' [[τρίζω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />petit bruit aigu.<br />'''Étymologie:''' [[τρίζω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[τρίζω]]<br />ο [[τριγμός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[τονικός]] [[σπασμός]] τών μασητήριων [[μυών]], ο [[οποίος]] προκαλεί μεγαλύτερου ή μικρότερου βαθμού [[δυσκολία]] στη [[διάνοιξη]] τών [[γνάθων]].
}}
}}