Anonymous

τρίς: Difference between revisions

From LSJ
1,446 bytes added ,  29 September 2017
42
(T22)
(42)
Line 33: Line 33:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=([[τρεῖς]]), adverb, [[thrice]]: [[ἐπί]] [[τρίς]] ([[see]] [[ἐπί]], C. I:2d., p. 235a [[bottom]]), [[Homer]] [[down]].)  
|txtha=([[τρεῖς]]), adverb, [[thrice]]: [[ἐπί]] [[τρίς]] ([[see]] [[ἐπί]], C. I:2d., p. 235a [[bottom]]), [[Homer]] [[down]].)  
}}
{{grml
|mltxt=[[τρίς]], ΝΜΑ<br /><b>επίρρ.</b> [[τρεις]] φορές (α. «καταδικάστηκε [[τρις]] εις θάνατον» β. «ἐν [[ταύτῃ]] τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με», ΚΔ.<br />γ. «νῦν γὰρ [[πάρεστι]] καὶ δὶς αἰάζειν ἐμοὶ και [[τρίς]]», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>φρ.</b> α) «ἐς [[τρίς]]» ή «ἐπὶ [[τρίς]]» — ώς [[τρεις]] φορές<br />β) «τρὶς ἓξ [[βάλλω]]» — [[πετυχαίνω]] την καλύτερη [[ζαριά]], [[φέρνω]] [[τρεις]] φορές εξάρες<br /><b>2.</b> <b>παροιμ.</b> «ἢ τρὶς ἓξ ἢ τρεῑς κύβοι» — λεγόταν για τους ριψοκίνδυνους, που τά παίζουν όλα για όλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίρρ. [[τρίς]] [[είναι]] σχηματισμένο από την εξασθενωμένη [[βαθμίδα]] <i>τρι</i>- του αριθμητικού [[τρεις]], [[τρία]], η οποία απαντά και ως α' συνθετικό λέξεων (<b>βλ.</b> και <i>τρι</i>-), και εμφανίζει ληκτικό -<i>ς</i> για [[αποφυγή]] χασμωδίας (<b>πρβλ.</b> <i>δις</i> [Ι])].
}}
}}