Anonymous

χαλβάνη: Difference between revisions

From LSJ
46
(Bailly1_5)
(46)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />galbanum, <i>résine d’une plante ombellifère de Crète</i>.<br /><i><b>Étym.</b> hébr.</i> chelbenah.
|btext=ης (ἡ) :<br />galbanum, <i>résine d’une plante ombellifère de Crète</i>.<br /><i><b>Étym.</b> hébr.</i> chelbenah.
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ<br />[[ρητινώδης]] [[οπός]], κομμεορητίνη που λαμβάνεται από [[είδος]] του φυτού φερούλα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνεια λ. σημιτικής προέλευσης (<b>πρβλ.</b> εβρ. <i>helban</i><i>ā</i> «ρητινώδες [[φυτό]]»), ενώ, παράλληλα, τη λ. έχει δανειστεί και η Λατινική (<b>πρβλ.</b> λατ. <i>galbanum</i>)].
}}
}}