Anonymous

συστατικός: Difference between revisions

From LSJ
40
(T21)
(40)
Line 24: Line 24:
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=(Tr συντατικος (cf. [[σύν]], II. at the [[end]])), συστατικη, συστατικον ([[συνίστημι]], [[which]] [[see]]), commendatory, introductory: ἐπιστολαί συστατικαι (A. V. epistles of [[commendation]]), R G, and [[often]] in ecclesiastical writings, [[many]] examples of [[which]] [[have]] been [[collected]] by Lydius, Agonistica sacra (Zutph. 1700), p. 123,15; (Suicer, Thesaurus Eccles. ii., 1194 f). (γράμματα παῥ [[αὐτοῦ]] [[λαβεῖν]] συστατικα, [[Epictetus]] diss. 2,3, 1; (cf. ([[Diogenes]] Laërtius 8,87); τό [[κάλλος]] παντός ἐπιστολιου συστατικωτερον, [[Aristotle]], in ([[Diogenes]] Laërtius 5,18, and in Stobaeus, flor. 65,11, 2:435, Gaisf. edition).
|txtha=(Tr συντατικος (cf. [[σύν]], II. at the [[end]])), συστατικη, συστατικον ([[συνίστημι]], [[which]] [[see]]), commendatory, introductory: ἐπιστολαί συστατικαι (A. V. epistles of [[commendation]]), R G, and [[often]] in ecclesiastical writings, [[many]] examples of [[which]] [[have]] been [[collected]] by Lydius, Agonistica sacra (Zutph. 1700), p. 123,15; (Suicer, Thesaurus Eccles. ii., 1194 f). (γράμματα παῥ [[αὐτοῦ]] [[λαβεῖν]] συστατικα, [[Epictetus]] diss. 2,3, 1; (cf. ([[Diogenes]] Laërtius 8,87); τό [[κάλλος]] παντός ἐπιστολιου συστατικωτερον, [[Aristotle]], in ([[Diogenes]] Laërtius 5,18, and in Stobaeus, flor. 65,11, 2:435, Gaisf. edition).
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[συστατικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη [[σύσταση]]<br /><b>2.</b> αυτός με τον οποίο διαβιβάζεται [[σύσταση]], καλή [[πληροφορία]] ή [[παράκληση]] για κάποιον («εἰ μὴ χρῄζομεν ὥς τινες συστατικῶν ἐπιστολῶν πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ)<br /><b>3.</b> αυτός που έχει χαρακτήρα ή [[δύναμη]] σύστασης<br /><b>4.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η συστατική</i><br />[[επιστολή]] με την οποία συνιστάται [[κάποιος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποτελεί [[μέρος]] ενός συνόλου, μηχανήματος, συσκευής, παρασκευάσματος<br /><b>2.</b> (το ουδ. εν. και πληθ. ως ουσ.) <i>το συστατικό</i> ή <i>τα συστατικά</i><br />το [[μέρος]] ή τα μέρη που συγκροτούν ένα [[σύνολο]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[συνεκτικός]], [[συνδετικός]] («συστατικὰ μόρια», Σέξτ. Εμπ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που κάνει [[κάτι]] πηχτό, [[στερεωτικός]]<br /><b>2.</b> αυτός που παράγει [[κάτι]] («ὑπὸ τῆς φλεγμονῆς ταρασσομένην τὴν καρδίαν τοῡδε τοῡ πάθους συστατικὴν γίνεσθαι», <b>Ηρόδ.</b> Ιατρ.)<br /><b>3.</b> αυτός που επικυρώνει<br /><b>4.</b> αυτός που αναστέλλει, που αναχαιτίζει<br /><b>5.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> α) έγραφη [[εξουσιοδότηση]], πληρεξούσιο<br />β) [[συμφωνητικό]] διορισμού αντιπροσώπου<br />γ) ο [[μισθός]] διδασκάλου<br /><b>6.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) (ενν. <i>γράμματα</i>) έγγραφες συστάσεις. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[συστατικώς]] Μ<br />με συνδετικό τρόπο, με [[συνοχή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>συστα</i>- του [[συνίστημι]] (<b>πρβλ.</b> <i>συστα</i>-<i>σις</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τικός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>παρα</i>-[[στατικός]])].
}}
}}