3,277,241
edits
(6_2) |
(43) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑπερήδομαι''': [[ἥδομαι]] [[ὑπερβαλλόντως]], [[ὑπερχαίρω]], εὐχαριστοῦμαι ὑπερμέτρως διά τι [[πρᾶγμα]], τοῖσι χρηστηρίοισι Ἡρόδ. 1. 54· τῷ πόματι ὁ αὐτ. 3. 22· [[μετὰ]] μετοχ., ὑπερήδετο ἀκούων, πολὺ ἔχαιρεν ἀκούων, ὁ αὐτ. 1. 90, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 31· [[ὡσαύτως]], ὑπ. ὅτι... [[αὐτόθι]] 8. 3, 50. - Τὸ ἐνεργ. ὑπερήδω. προξενῶ ἡδονήν, τέρψιν, παρὰ Βασιλ. ΙΙΙ, 268C. | |lstext='''ὑπερήδομαι''': [[ἥδομαι]] [[ὑπερβαλλόντως]], [[ὑπερχαίρω]], εὐχαριστοῦμαι ὑπερμέτρως διά τι [[πρᾶγμα]], τοῖσι χρηστηρίοισι Ἡρόδ. 1. 54· τῷ πόματι ὁ αὐτ. 3. 22· [[μετὰ]] μετοχ., ὑπερήδετο ἀκούων, πολὺ ἔχαιρεν ἀκούων, ὁ αὐτ. 1. 90, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 31· [[ὡσαύτως]], ὑπ. ὅτι... [[αὐτόθι]] 8. 3, 50. - Τὸ ἐνεργ. ὑπερήδω. προξενῶ ἡδονήν, τέρψιν, παρὰ Βασιλ. ΙΙΙ, 268C. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και σπάν. τ. ενεργ. ύπερήδω Α<br /><b>1.</b> <b>μέσ.</b> ευφραίνομαι σε [[μέγιστο]] βαθμό<br /><b>2.</b> <b>ενεργ.</b> [[προκαλώ]] [[μεγάλη]] [[ευχαρίστηση]] σε κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἥδομαι]] «ευφραίνομαι, [[χαίρομαι]]»]. | |||
}} | }} |