Anonymous

ὑπολέθριος: Difference between revisions

From LSJ
44
(6_19)
(44)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπολέθριος''': -ον, σχεδὸν [[ὀλέθριος]], ἐπικίνδυνος, Ἱππ. Κωακ. Προγν. 118.
|lstext='''ὑπολέθριος''': -ον, σχεδὸν [[ὀλέθριος]], ἐπικίνδυνος, Ἱππ. Κωακ. Προγν. 118.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[σχεδόν]] [[θανάσιμος]], [[επικίνδυνος]] («τὰ κωματώδεα ῥίγεα ὑπολέθρια», Ιπποκρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ὀλέθριος]].
}}
}}