3,274,216
edits
(6_3) |
(41) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τοσαυτᾰπλάσιος''': [ᾰ], -α, -ον, [[τοσάκις]] [[πολλαπλάσιος]], [[τοσάκις]] πλειότερος ἢ μεγαλύτερος, ἀνταποδιδόμενον πρὸς τὸ ὁσαπλάσιος, Ἀριστ. Πρβλ. 19. 2. | |lstext='''τοσαυτᾰπλάσιος''': [ᾰ], -α, -ον, [[τοσάκις]] [[πολλαπλάσιος]], [[τοσάκις]] πλειότερος ἢ μεγαλύτερος, ἀνταποδιδόμενον πρὸς τὸ ὁσαπλάσιος, Ἀριστ. Πρβλ. 19. 2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ασία, -ον, Α<br /><b>1.</b> τόσες φορές [[πολλαπλάσιος]], [[περισσότερος]] ή μεγαλύτερος<br /><b>2.</b> [[πολλαπλάσιος]] [[εξίσου]] με κάποιον άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τοσαῦτα</i>, πληθ. ουδ. της αντων. [[τοσοῦτος]] <span style="color: red;">+</span> -[[πλάσιος]]]. | |||
}} | }} |