Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τραυλισμός: Difference between revisions

From LSJ
41
(Bailly1_5)
(41)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />bégaiement.<br />'''Étymologie:''' [[τραυλίζω]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />bégaiement.<br />'''Étymologie:''' [[τραυλίζω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[τραυλίζω]]<br />[[διακοπή]] της [[χρονικής]] ροής του λόγου από ασυντόνιστες κινήσεις του μυϊκού συστήματος της αναπνοής, της παραγωγής της φωνής και της άρθρωσης του λόγου, [[διαταραχή]] που οφείλεται σε ψυχογενή αίτια.
}}
}}