Anonymous

τερατολόγος: Difference between revisions

From LSJ
41
(Bailly1_5)
(41)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qui raconte des histoires de choses extraordinaires;<br /><b>2</b> au sujet de qui l’on raconte des choses prodigieuses.<br />'''Étymologie:''' [[τέρας]], [[λέγω]]³.
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> qui raconte des histoires de choses extraordinaires;<br /><b>2</b> au sujet de qui l’on raconte des choses prodigieuses.<br />'''Étymologie:''' [[τέρας]], [[λέγω]]³.
}}
{{grml
|mltxt=-ο / [[τερατολόγος]], -ον, ΝΜΑ, θηλ. και τερατολόγα Ν<br />(ως επίθ. και ως ουσ.) αυτός που λέει τερατολογίες, φανταστικές ιστορίες σχετικά με αλλόκοτα ή παράδοξα πράγματα<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός έχει την [[τάση]] να λέει τερατολογίες<br /><b>2.</b> [[επιστήμονας]] [[βιολόγος]] [[ειδικός]] στην [[τερατολογία]]<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>με παθ. σημ.</b>) αυτός για τον οποίο λέγονται θαυμαστά και παράδοξα πράγματα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τέρας]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[λόγος]]].
}}
}}