Anonymous

φιλέορτος: Difference between revisions

From LSJ
45
(6_17)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φῐλέορτος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τὰς ἑορτάς, [[εἰρήνη]] Ἀριστοφ. Θεσμοφ. 1147.
|lstext='''φῐλέορτος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τὰς ἑορτάς, [[εἰρήνη]] Ἀριστοφ. Θεσμοφ. 1147.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[φιλέορτος]], -ον, ΝΑ<br />αυτός που του αρέσουν οι γιορτές («ἔχουσα δέ μοι μόλοις εἰρήνην φιλέορτου», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που του αρέσει να πηγαίνει σε γιορτές και πανηγύρια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>έορτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἑορτή]]), <b>πρβλ.</b> <i>ἀν</i>-<i>έορτος</i>].
}}
}}