Anonymous

φιλομειδής: Difference between revisions

From LSJ
45
(Bailly1_5)
(45)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ής, ές ; <i>gén.</i> έος;<br />qui aime à sourire, aimable.<br />'''Étymologie:''' [[φίλος]], [[μειδιάω]].
|btext=ής, ές ; <i>gén.</i> έος;<br />qui aime à sourire, aimable.<br />'''Étymologie:''' [[φίλος]], [[μειδιάω]].
}}
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΑ, και ποιητ. τ. [[φιλομμειδής]] και φιλομηδής και [[φιλομμηδής]], -ές, Α<br /><b>1.</b> αυτός που του αρέσει να χαμογελά<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] της Αφροδίτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -(<i>μ</i>)<i>μειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> -<i>σμειδής</i> <span style="color: red;"><</span> <i>μειδιῶ</i> «[[χαμογελώ]]»), <b>πρβλ.</b> <i>μειλιχο</i>-<i>μειδής</i>. Ωστόσο, δυσχέρειες γεννά ο [[στίχος]] του <b>Ησιόδ.</b> <i>ἠδὲ φιλομμειδέα ὅτι μηδέα ἐξεφαάνθη</i>, όπου το επίθ. συνδέεται σημασιολογικά με τον τ. [[μήδεα]] «ανδρικά γεννητικά όργανα» (<b>βλ. λ.</b> [[μῆδος]] [II]) και γι' αυτό υιοθετήθηκε και η γρφ. <i>φιλο</i>(<i>μ</i>)<i>μηδής</i>. Όμως, στη βοιωτ. του 4ου π.Χ., [[δηλαδή]] της εποχής του ποιητή, η λ. που προφερόταν <i>philom</i><i>ē</i><i>dea</i> θα γραφόταν <i>φιλο</i>(<i>μ</i>)<i>μειδέα</i> και τελικά ο [[στίχος]] [[πρέπει]] να θεωρηθεί ως ετυμολ. [[λογοπαίγνιο]]].
}}
}}