3,277,119
edits
(6_11) |
(40) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σφακτικός''': -ή, -όν, ὁ χρησιμεύων πρὸς σφαγήν, «πανδούριον· [[μάχαιρα]] σφακτικὴ» Ζωναρ. Λεξ. σ. 1512. | |lstext='''σφακτικός''': -ή, -όν, ὁ χρησιμεύων πρὸς σφαγήν, «πανδούριον· [[μάχαιρα]] σφακτικὴ» Ζωναρ. Λεξ. σ. 1512. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, ΜΑ [[σφάκτης]]<br />αυτός που αναφέρεται ή χρησιμεύει στη [[σφαγή]]. | |||
}} | }} |