Anonymous

ταυρέλαφος: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_14)
(40)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ταυρέλᾰφος''': ὁ, [[εἶδος]] ζῴου χρησιμεύοντος πρὸς μεταφορὰν φορτίων, ἐν τῇ Ἰνδικῇ κατὰ τὸν Κοσμᾶ ἐν Τοπογρ. Χριστ. 334Ε. πρβλ. Αἰλ. π. Ζ. 17. 45· [[ὡσαύτως]], ταυρελέφας, Φιλοστόργιος ἐν Ἐκκλ. Ἱστ. 3. 11, Νικηφ. 9. 19, πρβλ. Ἰακώψιον εἰς Αἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ.
|lstext='''ταυρέλᾰφος''': ὁ, [[εἶδος]] ζῴου χρησιμεύοντος πρὸς μεταφορὰν φορτίων, ἐν τῇ Ἰνδικῇ κατὰ τὸν Κοσμᾶ ἐν Τοπογρ. Χριστ. 334Ε. πρβλ. Αἰλ. π. Ζ. 17. 45· [[ὡσαύτως]], ταυρελέφας, Φιλοστόργιος ἐν Ἐκκλ. Ἱστ. 3. 11, Νικηφ. 9. 19, πρβλ. Ἰακώψιον εἰς Αἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>1.</b> (στην Ινδία) [[ήμερος]] [[ταύρος]]<br /><b>2.</b> (στην Αιθιοπία) [[είδος]] άγριου ζώου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ταῦρος]] <span style="color: red;">+</span> [[ἔλαφος]].
}}
}}