Anonymous

ταράξιππος: Difference between revisions

From LSJ
40
(6_18)
(40)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τᾰράξιππος''': -ον, ὁ ταράττων ἢ ἐκφοβῶν ἵππους, ἐπὶ τοῦ Ποσειδῶνος, Δίων Χρυσ. 1. 691· ― ὁ [[ταράξιππος]], [[ὄνομα]] μέρους τινὸς ἐν σχήματι βωμοῦ περιφεροῦς ἐν τῶ Ὀλυμπίᾳ ἱπποδρόμῳ, προξενοῦντος φόβον εἰς τοὺς ἵππους, Παυσαν. 6, 29, 15, πρβλ. [[αὐτόθι]] 19, καὶ 10. 37, 4.
|lstext='''τᾰράξιππος''': -ον, ὁ ταράττων ἢ ἐκφοβῶν ἵππους, ἐπὶ τοῦ Ποσειδῶνος, Δίων Χρυσ. 1. 691· ― ὁ [[ταράξιππος]], [[ὄνομα]] μέρους τινὸς ἐν σχήματι βωμοῦ περιφεροῦς ἐν τῶ Ὀλυμπίᾳ ἱπποδρόμῳ, προξενοῦντος φόβον εἰς τοὺς ἵππους, Παυσαν. 6, 29, 15, πρβλ. [[αὐτόθι]] 19, καὶ 10. 37, 4.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> (ως [[προσωνυμία]] του Ποσειδώνος) αυτός που ταράζει, που φοβίζει τα άλογα<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>Ταράξιππος</i><br /><b>μυθ.</b> [[δαίμονας]] στην [[Ολυμπία]] και στον Ισθμό της Κορίνθου για τον οποίο υπήρχε η [[παράδοση]] ότι ήταν [[φόβητρο]] τών αλόγων<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[ταράξιππος]]<br />[[ονομασία]] βωμού στον ιππόδρομο της Ολυμπίας στον οποίο θυσίαζαν οι ηνίοχοι για να εξευμενίσουν τον ομώνυμο θεό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ταραξ</i>- του [[ταράσσω]] (<b>πρβλ.</b> μέλλ. <i>ταράξω</i>), συνθ. του τύπου [[τερψίμβροτος]] <span style="color: red;">+</span> [[ἵππος]] (<b>πρβλ.</b> [[πλήξιππος]])].
}}
}}