Anonymous

τριπλεκής: Difference between revisions

From LSJ
42
(6_8)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρῐπλεκής''': -ές, ὁ τρὶς πεπλεγμένος, τριπλοῦς, Λατ. triplex, Σωρανὸς περὶ Γυναικείων Παθῶν 212, 5, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 1101C.
|lstext='''τρῐπλεκής''': -ές, ὁ τρὶς πεπλεγμένος, τριπλοῦς, Λατ. triplex, Σωρανὸς περὶ Γυναικείων Παθῶν 212, 5, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 1101C.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />πλεγμένος με [[τρία]] μέρη, [[τρίπλοκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πλεκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πλέκος]], <i>το</i> «[[πλέγμα]]»), <b>πρβλ.</b> <i>πολυ</i>-<i>πλεκής</i>].
}}
}}