Anonymous

ὑδρόρροια: Difference between revisions

From LSJ
42
(6_10)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑδρόρροια''': ἡ, = τῷ προηγ., Πολύβ. 4. 57, 8· ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 497.
|lstext='''ὑδρόρροια''': ἡ, = τῷ προηγ., Πολύβ. 4. 57, 8· ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 497.
}}
{{grml
|mltxt=η / [[ὑδρόρροια]], ΝΜΑ [[υδρορόος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> άφθονη [[εκροή]] υδαρούς υγρού από μια [[κοιλότητα]] του σώματος, όπως λ.χ. εγκεφαλονωτιαίου υγρού από τη [[μύτη]] ή από το [[αφτί]] σε κατάγματα του πρόσθιου ή του μέσου κρανιακού βόθρου, αντίστοιχα, ή αμνιακού υγρού ή έκκρισης φθαρτού [[κατά]] την [[εγκυμοσύνη]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[οχετός]], [[αυλάκι]] νερού.
}}
}}