Anonymous

ὑπάλειπτρον: Difference between revisions

From LSJ
43
(6_21)
(43)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπάλειπτρον''': τό, «[[ἐλασμάτιον]], ᾧ ἄν τις ὑπαλείψαιτο τοὺς ὀφθαλμοὺς» Γαλην. Ἱπποκρ. γλωσσῶν ἐξήγ. 582, Ἱππ. 661. 32., 788B, κλπ.· [[ὡσαύτως]], ὑπᾰλειπτρίς, ίδος, ἡ, ὁ αὐτ. 263 36.
|lstext='''ὑπάλειπτρον''': τό, «[[ἐλασμάτιον]], ᾧ ἄν τις ὑπαλείψαιτο τοὺς ὀφθαλμοὺς» Γαλην. Ἱπποκρ. γλωσσῶν ἐξήγ. 582, Ἱππ. 661. 32., 788B, κλπ.· [[ὡσαύτως]], ὑπᾰλειπτρίς, ίδος, ἡ, ὁ αὐτ. 263 36.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α<br />χειρουργικό [[εργαλείο]] για [[επίθεση]] αλοιφής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὑπαλείφω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τρον</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κάλυπ</i>-<i>τρον</i>)].
}}
}}