Anonymous

ὑπόθλασμα: Difference between revisions

From LSJ
43
(6_21)
(43)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπόθλασμα''': τό, [[τεμάχιον]] τεθραυσμένου ὀστοῦ, Ἱππιατρικ. σ. 254, 26.
|lstext='''ὑπόθλασμα''': τό, [[τεμάχιον]] τεθραυσμένου ὀστοῦ, Ἱππιατρικ. σ. 254, 26.
}}
{{grml
|mltxt=-άσματος, τὸ, Μ [[ὑποθλῶ]]<br />[[τεμάχιο]] οστού που έχει σπάσει.
}}
}}