Anonymous

ὑποπόρφυρος: Difference between revisions

From LSJ
44
(6_18)
(44)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑποπόρφῠρος''': -ον, ὀλίγον [[πορφυροῦς]], ὑποπόρφυρον [[χρῶμα]] Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 14, 1· [[ῥόδον]] Ἀνθ. Π. 5. 84.
|lstext='''ὑποπόρφῠρος''': -ον, ὀλίγον [[πορφυροῦς]], ὑποπόρφυρον [[χρῶμα]] Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 14, 1· [[ῥόδον]] Ἀνθ. Π. 5. 84.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[πορφυρός]]<br />λίγο [[πορφυρός]], [[κοκκινωπός]].
}}
}}