Anonymous

φαρκίς: Difference between revisions

From LSJ
44
(6_12)
(44)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φαρκίς''': ῑδος, ἡ, «ῥυτὶς ἡ ἐκ τοῦ [[γήρως]] γινομένη» (Ἡσύχ.), Σοφ. Ἀποσπ. 955. [Ἴδε Δράκ. σ. 23, 45].
|lstext='''φαρκίς''': ῑδος, ἡ, «ῥυτὶς ἡ ἐκ τοῦ [[γήρως]] γινομένη» (Ἡσύχ.), Σοφ. Ἀποσπ. 955. [Ἴδε Δράκ. σ. 23, 45].
}}
{{grml
|mltxt=-ῑδος, ἡ, Α<br />[[ρυτίδα]], [[ζαρωματιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Σπάνια λ., αβέβαιης ετυμολ.. Κατά μία [[άποψη]] η λ. ανάγεται στη [[ρίζα]] <i>b</i><sup>h</sup><i>er</i>- «[[χτυπώ]], [[τρίβω]]» (<b>πρβλ.</b> [[φάρος]] [III]) με ουρανική [[παρέκταση]] -<i>k</i>- και [[επίθημα]] -<i>ίς</i>, -<i>ῖδος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κηλ</i>-<i>ίς</i>, <i>σφραγ</i>-<i>ίς</i>) και συνδέεται με το λιθουαν. <i>brukis</i> «[[βέλος]]». Η [[σύνδεση]] της λ. με τη [[γλώσσα]] που παραδίδει ο Ησύχιος «[[φορκόν]]<br />[[λευκόν]], <i>πολιόν</i>, <i>ῥυσόν</i>» δεν θεωρείται πιθανή (<b>βλ. λ.</b> [[φορκός]])].
}}
}}