3,277,002
edits
(6_7) |
(45) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φυλλώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς φύλλα, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 6. 3, 1, κλπ. ΙΙ. ἔχων ἄφθονα φύλλα, [[αὐτόθι]] 7. 8, 3. | |lstext='''φυλλώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] πρὸς φύλλα, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 6. 3, 1, κλπ. ΙΙ. ἔχων ἄφθονα φύλλα, [[αὐτόθι]] 7. 8, 3. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[φυλλώδης]], -ῶδες, ΝΑ [[φύλλον]]<br />[[πυκνόφυλλος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «φυλλώδη [[λαχανικά]]»<br /><b>(γεωπ.)</b> τα [[λαχανικά]] τών οποίων τα φύλλα χρησιμοποιεί ο [[άνθρωπος]] ως [[τροφή]]<br />β) «φυλλώδη φυτά»<br /><b>(γεωπ.)</b> τα φυτά που καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά εσωτερικών χώρων για το φύλλωμά τους<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[σχήμα]] φύλλου<br /><b>2.</b> (για [[άνθος]]) αυτός που έχει [[πολλά]] πέταλα. | |||
}} | }} |