Anonymous

φοξός: Difference between revisions

From LSJ
1,364 bytes added ,  29 September 2017
45
(Autenrieth)
(45)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=[[sharp]]-[[pointed]], of a [[head]] [[low]] in [[front]], [[sharp]] [[behind]], a sugar-[[loaf]] [[head]], Il. 2.219†.
|auten=[[sharp]]-[[pointed]], of a [[head]] [[low]] in [[front]], [[sharp]] [[behind]], a sugar-[[loaf]] [[head]], Il. 2.219†.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, ΜΑ<br />[[μυτερός]], [[σουβλερός]] («αὐτὰρ [[ὕπερθεν]] φοξὸς ἔην κεφαλὴν [ὁ [[Θερσίτης]]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. επίθ. το οποίο εμφανίζει το [[επίθημα]] -<i>σός</i> της καθημερινής γλώσσας (<b>πρβλ.</b> [[καμψός]], [[λοξός]], [[φριξός]]). Η [[σύνδεση]] με τη λ. [[φάγρος]] (Ι) «[[ακόνη]]» δεν θεωρείται πιθανή. Προβλήματα έχει γεννήσει, εξάλλου, και η σημ. του επιθ. λόγω του ότι, [[εκτός]] από την κύρια σημ. «[[μυτερός]], [[σουβλερός]]», το επίθ. αναφέρεται σε [[σχόλιο]] του στίχου Β 219 της <i>Ιλιάδας</i> με το [[ερμήνευμα]] <i>φοξὰ [[κυρίως]] εἰσὶ τὰ πυρορραγῆ ὄστρακα</i>, <i>φλοξά τινα [[ὄντα]]. Ωστόσο, [[είναι]] πιθανό ότι ο τ. [[φοξός]] στο [[χωρίο]] αυτό [[πρέπει]] να διορθωθεί σε <i>φωξός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φώγω]] «[[ψήνω]], [[ξεροψήνω]]»)].
}}
}}