Anonymous

φρενοβλάβεια: Difference between revisions

From LSJ
45
(Bailly1_5)
(45)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />atteinte à l’intelligence, folie, démence.<br />'''Étymologie:''' [[φρενοβλαβής]].
|btext=ας (ἡ) :<br />atteinte à l’intelligence, folie, démence.<br />'''Étymologie:''' [[φρενοβλαβής]].
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ, και [[φρενοβλαβία]] ΜΑ, και ποιητ. τ. φρενοβλαβίη Α [[φρενοβλαβής]]<br />[[βλάβη]] της διανοητικής λειτουργίας, [[παραφροσύνη]], [[τρέλα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εκδήλωση]] μανίας, τρέλας («τὸν ἐπὶ ταῑς [[ἀνωτάτω]] φρενοβλαβείαις γέλωτα», Κύριλλ.).
}}
}}